Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2007

Κόκορας φρικασέ χειμωνιάτικος


Ήταν Κυριακή πρωί. Η Βάντα, μόλις είχε ξυπνήσει. Θα ήθελε να χουχουλιάσει λίγο στο κρεβάτι αλλά σήμερα ήταν μιά "μεγάλη" μέρα. Χάιδεψε στο μάγουλο τον αγαπημένο της άντρα. Ήσαν πια 18 χρόνια παντρεμένοι και είχαν φτιάξει ένα ζεστό σπιτικό. Τα παιδιά είχαν πια μεγαλώσει αρκετά.

Η μεγάλη θα τελείωνε φέτος το Λύκειο. Παρά τον ατίθασο χαραχτήρα της, φρόντιζε να τη φέρνει στα νερά της. Κατά βάθος καμάρωνε γι' αυτή. Ήταν στις 3 καλύτερες μαθήτριες στο "Θηλέων" και οι βαθμοί της ήταν άψογοι. Μόνο που θα 'θελε να μελετάει λίγο παραπάνω. Πάλι χθές, μέσα στο βιβλίο των ασκήσεων, ανακάλυψε το βιβλίο της Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Και στα Αγγλικά της και στη Μουσική της. Σίγουρα θα περνούσε στο Πολυτεχνείο. Και είχε τους τρόπους της να ελέγχει κάθε της κίνηση. Δεν τολμούσε να κάνει κοπάνα από πουθενά. Ήξερε ότι στο σχολείο την παρακολουθούσε η θεία της, Αγγλικά πήγαινε στο φροντιστήριο που είχε ανοίξει η παλιά της μαθήτρια και μπορούσε να μαθαίνει νέα και από το Ωδείο. Το δε φροντιστήριο ήταν δίπλα από το μαγαζί... πως θα μπορούσε να ξεφύγει.

Ο μικρός δεν ήταν τόσο επιμελής, αλλά το μέλλον του ήταν εξασφαλισμένο. Θα συνέχιζε τις οικογενειακές επιχειρήσεις. Οπότε δεν αντέδρασε ιδιαίτερα όταν έστησε τον ερασιτεχνικό του ραδιοφωνικό σταθμό με εμβέλεια μέχρι το μαγαζί τους, να της κάνει πρόγραμμα και αφιερώσεις, συντροφιά στην απογευματινή της βάρδια.

Φίλησε τον Γρηγόρη στο μάγουλο, ήταν που ήθελε να του ευχηθεί για τη γιορτή του. Αυτός ξύπνησε... και την κοίταξε τρυφερά, όπως πάντα. Ακόμα και μετά τόσα χρόνια. Σηκώθηκε να του φέρει το δώρο του... μια μεταξωτή γραβάτα , που θα ταίριαζε στο καινούργιο του κουστούμι, που χθες του παρέδωσε έτοιμο ο ράφτης. Να το φορέσει το βράδυ, που δέχονταν τους φίλους τους... Και ίσως να χόρευαν και ένα από τα αργεντίνικα τάνγκο... που τόσο του άρεσαν. Βαλς δεν την χόρευε πιά... τα χάριζε στην λατρευτή του κόρη.

Έπρεπε όμως να βιαστεί. Το μεσημέρι θα έτρωγαν με τον αγαπημένο του αδερφό και την οικογένεια του. Είχε κάνει τις σχετικές προετοιμασίες από την προηγούμενη αλλά με πολύ βιασύνη, γιατί, ενώ ήταν "ελευθέρα υπηρεσίας" από το μαγαζί, ο Γρηγόρης ήθελε να βγει στην αγορά. Ήθελε λέει να πάρει δώρο στο εαυτό του. Πάλι θα αγόραζε μανικετόκουμπα; είχε τόσα πολλά. Μόνο που το μεσημέρι ήρθε η έκπληξη... καινούργια έγχρωμη τηλεόραση. Ήταν πια χρόνος που έβγαινε με έγχρωμο σήμα η ΕΡΤ και η ΥΕΝΕΔ και ήθελε να βλέπει χρωματιστά! Και μετά το μαγαζί να πάει στο χωριό, στα "κορίτσια"... ακόμα και στα περασμένα 70 έτσι έλεγαν τις αδερφές της πεθεράς της. Της είχαν παραγγείλει, ότι είχαν έτοιμο το καλάθι με τα πεσκέσια για τον ανηψιό. Και πράγματι, οι θείες είχαν σφαγμένα 2 κοκόρια, ψωμί που μόλις είχαν βγάλει από το φούρνο, λάδι, κρασί, φρούτα και φρέσκα αυγά από το κοτέτσι. Οδηγώντας στην επιστροφή, σκεφτόταν πως θα αξιοποιούσε τα καλούδια. Μπορούσε να κάνει τον ένα κόκορα μακαρονάδα και να φυλάξει τον άλλο στην κατάψυξη. Αλλά, αύριο, ήταν η γιορτή του άντρα της.... θα του τα μαγείρευε "ξερό" φρικασέ που του άρεσε πολύ.

Η ώρα είχε πάει πιά 10:30, που γύρισε η μητέρα της από την εκκλησία. Έφερνε το αντίδωρο στον αγαπημένο της γαμπρό, που πάνω από 10 χρόνια έμενε μαζί τους. Είχε έρθει, να βοηθάει τη "μικρή" της με τα παιδιά και το σπιτικό. Ήπιαν ένα καφεδάκι και οργάνωναν τις τελευταίες λεπτομέρειες. Η μητέρα της, 80 χρονώ πιά, καταπιανόταν με την κουζίνα, σαν κοριτσάκι. Παρά τους κόμπους στα χέρια, καθάριζε τα κρεμμύδια με την ίδια φροντίδα που έπλεκε τις δαντέλες για τα εγγόνια. Και πάντα στο δικό της καρεκλάκι...

Το φαγητό ήταν σχεδόν έτοιμο, όταν ήρθε ο κουνιάδος με τα λουλούδια, τα γλυκά και τα δώρα. Τα παιδιά μαζώχτηκαν στον δωμάτιο της μεγάλης, να πουν τα δικά του. Και τα αδέρφια κάθισαν στο μεγάλο σαλόνι, να πιούν ένα ουζάκι, να κουβεντιάσουν και να θυμηθούν. Και με τη συννυφάδα της έστρωσαν το τραπέζι με το κεντημένο -από την πεθερά τους- τραπεζομάντηλο, φτιαγμένο για κείνο ειδικά το τραπέζι, από το 1922, που είχε ταϊστεί όλη η οικογένεια. Οι πορσελάνες και τα κρύσταλλα είχαν φρεσκαριστεί και τοποθετήθηκαν με επιμέλεια. Βγήκαν και τα παιδιά από το δωμάτιο αλλά ευτυχώς το μαγειρείο δεν χωρούσε πολλές νοικοκυρές και τα κορίτσια τη "γλύτωσαν".

Αφού αυγόκοψαν το φρικασέ, οι πιατέλες έφτασαν στην τραπεζαρία και κλήθηκαν όλοι στο τραπέζι. Μόνο, που το καρβέλι με το ζυμωτό ψωμί από το χωριό δεν έφτασε... τα παλιόπαιδα το έφαγαν όλο, βουτώντας στη σάλτσα... ξεχνώντας τους "καλούς τρόπους" που με κόπο τους μάθαινε.

Αλλά κείνο το βράδυ, δεν χόρεψαν τάγκο... Όλοι στριμώχτηκαν στο καθημερινό καθιστικό, να δουν τηλεόραση... με τα πιάτα από το μπουφέ ακουμπισμένα στα γόνατα τους...

Ο Γρηγόρης όμως ήταν χαρούμενος. Όλοι τον τίμησαν, όπως κάθε χρόνο, στη γιορτή του...
Μόνο που 3 χρόνια μετά δεν θα ξαναγιόρταζε...

Στη μνήμη του μπαμπά μου.


η συνταγή εδώ

update:
το κειμενάκι δουλευόταν στο μυαλό μου...
αλλά οι παράγραφοι 2 & 3
προστέθηκαν μετά από το ποστ της
Ρενάτας...

Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2007

μπισκότα καρύδας

Η κυρία Αγαθονίκη καθόταν αναπαυτικά στην πολυθρόνα της. Στο δεξί της χέρι, κρατούσε, όπως πάντα, το μπαστουνάκι της. Το πρόσωπό της ανέκφραστο. Ήταν κοντά πέντε χρόνια, που φόρεσε αυτή τη μάσκα... τότε που έχασε το μικρό της γιο, το λεβέντη της... που χάθηκε κάπου στο Αιγαίο, με το ελικόπτερο του... Αμυδρά μόνο μειδίασε στο γάμο της μικρής της Σμαραγδής, λίγους μήνες νωρίτερα. Τώρα σειρά είχαν τα μεγάλα της τα αγόρια... Είχαν διαλέξει τα κορίτσια τους και σε λίγους μήνες θα γίνονταν και τα παντρέματα.

Σήμερα είχε καλέσει τη Βεατρίκη, αυτήν που διάλεξε ο πρωτότοκος. Αρχικά είχε διαφωνήσει με την επιλογή. Η Βεατρίκη δεν ερχόταν από μεγάλη γενιά, όπως αυτή. Ήταν όμως σεμνή, μορφωμένη- δούλευε λογίστρια στην μεγαλύτερη εταιρεία της πόλης και παρέδιδε ιδιαίτερα μαθήματα Αγγλικών στις κυρίες της αστικής τάξης, που ήθελαν να σκοτώνουν δημιουργικά το χρόνο της. Τουλάχιστον η Βεατρίκη αγαπούσε τον Γερβάσιο, παρά τη μικρή του αναπηρία.

Απορροφημένη στις σκέψεις της δεν άκουσε τη Βεατρίκη που ήρθε. "Μητέρα, καλημέρα!" είπε και της φίλησε με σεβασμό το χέρι. Μετά τις τυπικές αβρότητες, την παρακάλεσε να καθήσει στην παρακείμενη πολυθρόνα. Ήθελε να τη συμβουλέψει για τις υποχρεώσεις που θα αναλάμβανε σα νοικοκυρά... να την ενημερώσει για τις ιδιαίτερες γευστικές προτιμήσεις του Γερβάσιου. Η κυρία Αγαθονίκη ήθελε να είναι σίγουρη ότι ο γιός της θα καλοπερνάει στο νέο του σπιτικό.

'Εβγαλε το παλιό τετράδιο, εκεί που η Σμαραγδή είχε καταχωρήσει με τα καλλιγραφικά της γράμματα όλες τις συνταγές της οικογένειας... Το ξεφύλλισαν μαζί... και στάθηκαν στα μπισκότα της καρύδας, αυτά που προσφέρονταν σε όλες τις γιορτές, αυτά που τα φύλαγε ψηλά στο ντουλάπι, γιατί πάντα ο Γερβάσιος υπεξαιρούσε μερικά στα κρυφά... Η Βεατρική έπρεπε να μάθει να τα φτιάχνει... να τιμάει τις επιλογές του μελλοντικού της συζύγου.

Κτύπησε με το μπαστούνι της 3 φορές το ξύλινο πάτωμα. Το συνθηματικό για να ανέβει στο σπίτι ο παραγιός από το μαγαζί του ισογείου. Τρέχοντας ανέβηκε ο Διομήδης τη μαρμάρινη σκάλα, τον καλούσε η κυρά και ήθελε (όχι μόνο έπρεπε) να υπακούσει στις επιθυμίες της... Του παράγγειλε λοιπόν να πάει στο μπαχαράδικο του Αρμένη, στην αγορά, να πάρει 150 δράμια καρύδα και να 'ναι από το πρόσφατα ανοιγμένο σακί, μην και έχει ξεραθεί, και μετά να φέρει από το κελάρι 150 δράμια ζάχαρη και να βγάλει από το τενεκέ 40 δράμια βούτυρο.

Αφού ο Διομήδης έφυγε να φέρει τα απαραίτητα, οι γυναίκες πήγαν στο μαγειρείο. Να ασπρίσουν τα μύγδαλα, να χωρίσουν τα αυγά. Γρήγορα επέστρεψε ο παραγιός με τα χρειαζούμενα. Η Βεατρίκη, είχε ήδη φορέσει την κεντημένη άσπρη ποδιά, και με τις οδηγίες της μέλλουσας πεθεράς έπλασε τα μπισκότα. Με φροντίδα περισσή τα άπλωσε στη λαμαρίνα. Τώρα ήταν έτοιμα για το φούρνο. Θα τα 'στελναν στου κυρίου Κανέλλου, που ήξερε τις προτιμήσεις της οικογένειας. Δεν θα χρειαζόταν να του υπενθυμίσουν να μην τα παραψήσει...

Από τότε η Βεατρίκη, φτιάχνει πάντα τα μπισκότα της καρύδας, ακόμα και τώρα, χρόνια μετά που ο Γερβάσιος έχει πεθάνει... Και το βιβλίο που αντέγραψε της συνταγές της πεθεράς της, το χάρισε στην κόρη... να συνεχίζει ...

η συνταγή εδώ

Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2007

η αρχή...



κάθε συνταγή, κάπως έφτασε στα χέρια μου...
με ιστορίες, μυστικά κρυμμένα...
από την παράδοση...
από τους προκατόχους...

έτσι μου τα είπαν...
έτσι θα σας τα λέω...

και όπου δεν υπάρχει...
θα μαγειρεύεται στο μυαλό μου...